Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

ΟΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤρΕΛΩΝ



ΠΑΥΛΟΣ Ι. ΠΑΥΛΙΔΗΣ
ΟΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤρΕΛΩΝ


4/ Περί θηρίου και ποίησης
Τον Άσιμο τον έφαγες θηρίο. Την Γώγου την χα-
ντάκωσες. Ο Καρυωτάκης δεν σου ‘κανε να τον
αναγνωρίσεις, μπας και του γλίτωνες τη ζωή. Τον
άφηνες να δουλεύει μεροκάματο κι αναγνώριζες
τον Ζαλοκώστα και τον Μαλακάση και τον Παλα-
μά και τον Ψυχάρη. Αυτοί και να γινόταν λιγότερο
διάσημοι και λιγότερο τρανοί, δε θα πάθαιναν και
τίποτα, ενώ του Καρυωτάκη όσο να πεις, του κό-
στισε.


ISBN 978-960-7740-77-9

Κυριακή 13 Απριλίου 2014

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΡΕΠΤΗ - Γ. Μ. ΜΑΡΑΣ

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΡΕΠΤΗ

ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ
Βασισμένο σε πραγματική ιστορία

Ο νεαρός προς στιγμήν κάνει προσπάθεια να του
ξεφύγει αλλά ο άγνωστος σφίγγει την λεπίδα πιο
πολύ πάνω στον λαιμό του... Μην έχοντας άλλες
δυνάμεις βάζει το ένα του χέρι στην τσέπη και
βγάζει ένα τσαλακωμένο χαρτονόμισμα. Ο άγνωστος
το αρπάζει με μιας και του δίνει ένα δυνατό χτύ-
πημα στην πλάτη κόβοντάς του την ανάσα. Ο νεα-
ρός πέφτει στο χώμα προσπαθώντας να αναπνεύσει.
Μόλις καταφέρνει να πάρει ανάσα, φωνάζει για βοή-
θεια. Οι υπόλοιποι Νεαροί ακούγοντας τις εκκλή-
σεις του αγοριού τρέχουν πανικόβλητοι προς το
σημείο ... Όμως σε δευτερόλεπτα ο άγνωστος ει-
σβολέας είχε γίνει ένα με το σκοτάδι.
Μετά από αυτό το περιστατικό η κοινωνία των
ομοφυλόφιλων θορυβείται, καθώς οι επιθέσεις πολ-
λαπλασιάζονται με τον καιρό. Οι εφημερίδες κάνουν
αναφορές συνέχεια για τον διεστραμμένο που πα-
ραμονεύει στις φυλλωσιές του πάρκου του Ζαππεί-
ου, τονίζοντας ότι δεν τραυματίζει τα θύματα του,
αλλά κάνει επιθέσεις, τους γρονθοκοπεί αν αντι-
στέκονται και τους κλέβει ότι πολύτιμο έχουν πάνω
τους. Κάτι που λίγα χρόνια μετά, σε μια άλλη υπό-
θεση δεν θα ισχύει το ίδιο.


Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

Ο αντιστασιακός φοιτητής και άλλα 9 διηγήματα ΦΩΤΗ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ

Ο αντιστασιακός φοιτητήςκαι άλλα 9 διηγήματαΦΩΤΗ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ




Δε ζύγωνε κανένα κι όλους τους απόφευγε, σα να τους φοβόταν –από μια μοίρα αδυσώπητη φαινόταν κατατρεγμένος.
Κι έτσι προχώραγε ξένος, αδιάφορος, μυστηριώδης, πότε σιγά-σιγά και πότε φτερώνοντας το βήμα του.
Πολλά και διάφορα ακούγονταν για κείνο το γέρο «Κάβουρα», όπως τον ξέραν όλοι –παρατσούκλι, πού ’ταν άγνωστο το πώς του βγήκε.
Κάποιοι έλεγαν πως ήταν ταξιδιάρης και ξενέρισε σ’ αυτόν τον τόπο, σαν έχασε τη φαμίλια του.
Κι άλλοι ότι ήταν ξενομερίτης και ρίζωσ’ εδώ, απ’ τον καιρό της Κατοχής. Κανένας, όμως, δεν ήξερε τίποτα τ’ αληθινό γι’ αυτόν. Ποιος ήταν, από πού ήρθε και πότε.
Γυρνούσε τους καφενέδες και τα καπηλειά ολημερίς, τραγουδώντας κι αποζητώντας, με φυλακισμένη τη ψυχή στο ούτι του, λίγα ψίχουλα ευσπλαχνίας, για την πόρεψή του. Αλήθεια, ποιος μπορεί να ξέρει από τι είναι μαραγκιασμένη η καρδιά του συνανθρώπου του; Και τι σαράκι φωλιάζει μέσα της. Κανένας!


Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

Ο ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ -Θωμά Μιχαλιέρη

Ο ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ -Θωμά Μιχαλιέρη



Άνοιξη. Τετάρτη απόγευμα. Ο ήλιος έδυε στρώνο-
ντας ένα σεντόνι από χρώματα στην παραλία της
Χαλκίδας. Οι ρόδινες ηλιαχτίδες χόρευαν πάνω
στην θάλασσα και οι λάμψεις τους σβήνανε με τα
κύματα που ζωγραφίζανε οι βαρκούλες στο πέ-
ρασμά τους. Η Έλενα, ένα γοητευτικό πλάσμα,
εργαζόταν ως σερβιτόρα σε ένα ήρεμο και γαλή-
νιο παραλιακό cafe της πόλης. Αυτό το κορίτσι
βρισκόταν στο αποκορύφωμα της θηλυκής ομορ-
φιάς. Είχε τον δικό της τρόπο να προσεγγίζει, να
συλλαμβάνει και να εκφράζει τον αισθησιασμό,
τον ερωτισμό, την θηλυκότητα, την κομψότητα
των κρίνων που ανθίζουν την αυγή. Η αισθησιακή
ύπαρξή της έκανε θαύματα στην ερωτική φαντα-
σία των ανδρών. Τα βήματά της πάνω στα γυμνά
δρύινα σανίδια της καφετέριας πινελιές θηλυκό-
τητας που τους τρέλαιναν. Η αισθησιακή ενότητα
των κινήσεων και των στάσεών της σπέρματα των
δικών της εμπνεύσεων. Είχε τέτοια γοητεία που
κάθε βράδυ το φεγγάρι έβγαινε με το κομπολόι
του πίσω απ’ τον βράχο, στον Φάρο της Χαλκίδας,
και ρίχνονταν πάνω της, ζωγραφίζοντας δροσερά
5
κυματάκια στα χρυσά μαλλάκια της, ντύνοντας
τα ματάκια της με αινίγματα που φωνάζανε για το
αύριο. Και αν σήκωνες το κεφάλι σου ψηλά στον
ουρανό, θα έλεγες ότι το άστρο που έλειπε ήταν
της Έλενας. Το πρωί την ξυπνούσαν τα αρσενικά
κοτσύφια, τραγουδώντας στριμωγμένα στα δέν-
δρα έξω απ’ το σπίτι της. Όταν βάδιζε στην παρα-
λία της πόλης, το στήθος της δύο τρυφερά μπου-
μπούκια που μόλις ο ήλιος τα είχε ανοίξει, έσχι-
ζαν τον αέρα, και τα χελιδόνια φεύγανε μπροστά
κρατώντας σημαίες στο δρόμο της. Οι πωλήτρι-
ες των μαγαζιών ζυγίζανε την ομορφιά της και τα
αφεντικά τους κοιτάζανε πίσω απ’ τα τζάμια. Η σι-
ωπή τους ηχούσε στο δρόμο. Αλλά κανείς δεν είχε
αγγίξει τον θεϊκό της κόρφο. Και η σκόνη ακόμη
τρελαίνονταν που δεν μπορούσε να την αγγίξει!
Μόνο τα γοβάκια της κλέβανε λίγο απ’ το ρυθμό
της στο δρόμο της και, όσοι ήταν τυχεροί και βρί-
σκονταν μπροστά της, αρπάζανε λίγο απ’ τη λάμ-
ψη του άστρου της.
Με την απερίγραπτη καλλονή των κινήσεών της
και των ανάλαφρων δονήσεων του στήθους της
σε κάθε βήμα της, οι λέξεις αισθησιασμός, ερω-
τισμός, θηλυκότητα, κομψότητα, χάρη, λεπτότη-
τα, ανθίζανε με την παρθενική τους αγνότητα και
δεν χρειαζόταν να ανατρέξεις σε κανένα λεξικό για
να βρεις το νόημά τους. Αρκούσε να έβλεπες την
Έλενα να περπατά στην παραλία της πόλης. Τότε
αναντίρρητα είχες δει την αίγλη των παραπάνω
λέξεων με την δυναμική τους έκφραση αποτυπω-
μένη στο σώμα της, στις κινήσεις της. Και τότε
έλεγες «αυτό το κορίτσι ευλογήθηκε σαν γυναίκα»,
και αναρωτιόσουν από ποια μάνα βύζαξε αυτή τη
χάρη η αδάμαστη αυτή αμαζόνα.
6
Η φλόγα της Έλενας έψαχνε αφορμή για να ξε-
διψάσει στη Χαλκίδα, σε μια καινούργια ζωή. Το
άστρο της όμως δεν μπορούσες να το βγάλεις εύ-
κολα για σεργιάνι και αναρωτιόσουν «που ταξί-
δευε αυτό το κορίτσι όταν κοίταζε την βροχή;».
Η Έλενα κυριαρχούσε με τη γοητεία της στην
καφετέρια που εργαζόταν ως σερβιτόρα. Ο αισθη-
σιασμός της ξεχείλιζε από τα μπλουζάκια της με
το χαμηλό ντεκολτέ. Οι αισθησιακές καμπύλες
της άνοιγαν τις σαρκικές ορέξεις των ανδρών που
αναζητούσαν αποδοχή από την γοητεία της, κά-
νοντας όνειρα. Την διεκδικούσαν ακροβατώντας
με το βλέμμα τους ανάμεσα από τις σαγηνευτικές
ματιές της και τις εικόνες που συλλαμβάνανε απ’
το καυτό κορμί της, όταν σερβίριζε στην καφετέ-
ρια. Η Έλενα όμως έπαιζε διαρκώς μαζί τους. Κι-
νούσε το ενδιαφέρον εκεί που ήθελε, έτσι οι καρ-
διές των ανδρών κάλπαζαν, τα όνειρά τους φεύ-
γανε μπροστά και δεν τολμούσαν να απλώσουν
τα χέρια τους να τα τραβήξουν πίσω, γιατί τους
έδινε ένα απροσδόκητο χαμόγελο και τους άφη-
νε να πιστεύουν ότι πολύ σύντομα θα γινόταν δι-
κιά τους.

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Μικρές Ασήμαντες Τυραννίες -Αντώνης Ανδρουλιδάκης

Μικρές Ασήμαντες Τυραννίες

-Αντώνης Ανδρουλιδάκης


Απελπισμένη, άνοιγε κάθε πρωί με το φόβο,
πως από ώρα σε ώρα θα φανούν οι κλητήρες
του Δήμου να της σφραγίσουνε τη ζωή. Κι ο φό-
βος, σαν καυτός αέρας, φούντωνε τις ανάγκες
της μονογονεϊκής της οικογένειας. Λες κι άνοι-
γε μπρος στα μάτια της μια γιγάντια οθόνη και
τρέχανε οι λογαριασμοί, σαν ακυρωμένες πτή-
σεις στο ταμπλό ενός αεροδρομίου. Καμιά πτή-
ση της δεν την έβγαζε πουθενά. Κι ό,τι χρεια-
ζούμενο για να γιατροπορεύει τη ζωή της, κα-
θόταν ανήμπορο και βουβό, με τα μπαγκάζια
του παρκαρισμένα κι ανεκπλήρωτα ανάμεσα
στα πόδια.
Όμως, ούτε στιγμή δεν έχασε το χαμόγελο
της. Κι αν τύχαινε κάποιες φορές να πικρα-
θεί το στόμα της, τσίμπαγε ένα σοκολατάκι κι
έσπρωχνε κάτω το φαρμάκι και την κακοσύνη
των ανθρώπων.
Ώσπου μια μέρα, πήρε μια λευκή κόλα χαρτί,
μοστράρισε στη γωνιά επάνω μια ασπρόμαυρη
φωτογραφία της κι έγραψε από κάτω με μαύ-
ρο στυλό:

Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

ΑΥΤΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΡΕΨΕΙ 300 - He can feed 300 the 300 can not feed themselves!

ΑΥΤΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΡΕΨΕΙ 300
ΟΙ 300 ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΘΡΕΨΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑΝ

-ΧΘΕΣ ΒΡΑΔΥ ΕΙΔΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

-Δεν κάνω πλακα -και το έφτιαξα σήμερα!

He can feed 300 the 300 can not feed themselves!

ΑΥΤΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΡΕΨΕΙ 300 -ΧΘΕΣ ΒΡΑΔΥ ΕΙΔΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ -I HAD A DREAM WHICH WAS NOT ALL A DREAM -Lord Byron -Δεν κάνω πλακα -και το έφτιαξα σήμερα!

Darkness -Συγγνώμη αλλά δεν έχω μετάφραση-
BY LORD BYRON (GEORGE GORDON)
I had a dream, which was not all a dream.
The bright sun was extinguish'd, and the stars
Did wander darkling in the eternal space,
Rayless, and pathless, and the icy earth
Swung blind and blackening in the moonless air;
Morn came and went—and came, and brought no day,
And men forgot their passions in the dread
Of this their desolation; and all hearts
Were chill'd into a selfish prayer for light:
And they did live by watchfires—and the thrones,
The palaces of crowned kings—the huts,
The habitations of all things which dwell,
Were burnt for beacons; cities were consum'd,
And men were gather'd round their blazing homes
To look once more into each other's face;
Happy were those who dwelt within the eye
Of the volcanos, and their mountain-torch:
A fearful hope was all the world contain'd;
Forests were set on fire—but hour by hour
They fell and faded—and the crackling trunks
Extinguish'd with a crash—and all was black.
The brows of men by the despairing light
Wore an unearthly aspect, as by fits
The flashes fell upon them; some lay down
And hid their eyes and wept; and some did rest
Their chins upon their clenched hands, and smil'd;
And others hurried to and fro, and fed
Their funeral piles with fuel, and look'd up
With mad disquietude on the dull sky,
The pall of a past world; and then again
With curses cast them down upon the dust,
And gnash'd their teeth and howl'd: the wild birds shriek'd
And, terrified, did flutter on the ground,
And flap their useless wings; the wildest brutes
Came tame and tremulous; and vipers crawl'd
And twin'd themselves among the multitude,
Hissing, but stingless—they were slain for food.
And War, which for a moment was no more,
Did glut himself again: a meal was bought
With blood, and each sate sullenly apart
Gorging himself in gloom: no love was left;
All earth was but one thought—and that was death
Immediate and inglorious; and the pang
Of famine fed upon all entrails—men
Died, and their bones were tombless as their flesh;
The meagre by the meagre were devour'd,
Even dogs assail'd their masters, all save one,
And he was faithful to a corse, and kept
The birds and beasts and famish'd men at bay,
Till hunger clung them, or the dropping dead
Lur'd their lank jaws; himself sought out no food,
But with a piteous and perpetual moan,
And a quick desolate cry, licking the hand
Which answer'd not with a caress—he died.
The crowd was famish'd by degrees; but two
Of an enormous city did survive,
And they were enemies: they met beside
The dying embers of an altar-place
Where had been heap'd a mass of holy things
   For an unholy usage; they rak'd up,
And shivering scrap'd with their cold skeleton hands
The feeble ashes, and their feeble breath
Blew for a little life, and made a flame
Which was a mockery; then they lifted up
Their eyes as it grew lighter, and beheld
Each other's aspects—saw, and shriek'd, and died—
Even of their mutual hideousness they died,
Unknowing who he was upon whose brow
Famine had written Fiend. The world was void,
The populous and the powerful was a lump,
Seasonless, herbless, treeless, manless, lifeless—
A lump of death—a chaos of hard clay.
The rivers, lakes and ocean all stood still,
And nothing stirr'd within their silent depths;
Ships sailorless lay rotting on the sea,
And their masts fell down piecemeal: as they dropp'd
They slept on the abyss without a surge—
The waves were dead; the tides were in their grave,
The moon, their mistress, had expir'd before;
The winds were wither'd in the stagnant air,
And the clouds perish'd; Darkness had no need
Of aid from them—She was the Universe.

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

ΔΑΜΗ -ΟΝΕΙΡΟΧΟΕΙΟ -ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ

ΔΑΜΗ -ΟΝΕΙΡΟΧΟΕΙΟ -ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ

Αποφάσισα, μελετώντας τον τρόπο σκέψης μερικών
ιδιόμορφων ανθρώπων της ιστορίας, πώς θ’ αντιμε-
τωπίζω την κατάσταση αυτή. Θα παραδινόμουν σε
όσα συμβαίνουν για να μπορώ ζώντας μέσα σ’ αυτά,
να μάθω να τα ελέγχω.
Αυτή μου η απόφαση βοήθησε αρκετά. Δεν αισθα-
νόμουν ανασφαλής όταν αντιμετώπιζα τις παράξενες
σκέψεις του Λυός και εμού. Ούτε τα όνειρα με φό-
βιζαν πιά. Ήθελα μάλιστα να ψάξω βαθύτερα, χω-
ρίς να εξηγώ αυτά που ζω.
Κατάλαβα ότι οι επεξηγήσεις στους τόπους των
ονείρων είναι ανύπαρκτες και πολλές φορές θανα-
τηφόρες.
Ο κόσμος αυτός είναι σαν την πραγματικότητα
που ζούμε και δεν μπορούμε να καταλάβουμε τον
λόγο ύπαρξής της -απλά ζούμε σ’ αυτήν. Πολλές φο-
ρές την εξηγούμε και μετά από λίγο συμβαίνει κάτι
το οποίο αναιρεί την εξήγησή μας.



Νυχτερινό Ταξίδι Θανάτου -Δήμητρα Νικολάου

Νυχτερινό Ταξίδι Θανάτου

-Κάθε βιβλίο είναι σαν ένας άνθρωπος που θέλει φροντίδα ως να αρχίσει να ταξιδεύει μόνος του χωρίς την βοήθειά μας. ώστε να το φροντίζει μόνο του την ζωή του Και έτσι από όταν το γράψουμε ας το αφήσουμε μόνο του ελεύθερο να σκορπίζει τις σκέψεις του σε όσους το αγαπούν. Εμείς αυτό που ήταν να κάνουμε το κάναμε. Γλαύκωψ 2014

Καλύπτοντας
Τα σημάδια μου με προβολές.
Κανένας δεν θα καταλάβει τίποτα!
Κανένας δεν θα καταλάβει κανέναν!
Έτσι είμαστε φτιαγμένοι,
Όχι από σάρκα ούτε από πνεύμα
Αλλά από άγνοια!





Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Μ'ΑΚΟΥΣ; Παύλου Ι. Παυλίδη

Μ'ΑΚΟΥΣ; Παύλου Ι. Παυλίδη


ΑΤΙΤΛΟ
«Μάζεψα τρεις πέτρες
Σκάλιζα τρεις μέρες
Η πρώτη εγίνη άνθρωπος
Η δεύτερη λουλούδι
Τρίτη δε σπάει με τίποτα
Αληθινή ‘ταν πέτρα»




ISBN 978-960-7740-64-9
ebook ISBN 978-960-7740-65-6

ΕΡΩΤΕΣ ΜΕ ΧΡΩΜΑΤΑ -Θωμά Μιχαλιέρη Σελίδα για το βιβλίο από εκδόσεις ΙΣΗΓΟΡΙΑ


Ο καθηγητής έγινε έξω φρενών την ημέρα που τον εγκατέλειψε η φοιτήτριά του. Από το χαζό και κατάπληχτο βλέμμα του συμπέραινες ότι ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της. Εκείνη, την τελευταία φορά που επικοινώνησε μαζί του τού είπε στο τηλέφωνο πως το πτυχίο της σ’ εκείνον το χρωστούσε. Όταν την ρώτησε στο τηλέφωνο αν υπάρχει άλλος άνδρας στην ζωή της, του απάντησε «ναι». Αυτό φάνηκε να τον απογοήτευσε. Δεν είχε βάλλει στο νου του πως ήταν πολύ μεγάλος για να τον ερωτευτεί η φοιτήτριά του, που ήταν πάρα πολύ νέα. Αισθάνθηκε ότι τον εκμεταλλεύτηκε. Δεν θ’ απορούσε κανένας αν έβλεπε τα δώρα που της είχε κάνει. Έδειξε πάρα πολύ ενδιαφέρον στις ανάγκες της φοιτήτριάς του, που με γκρινιάρικο τρόπο απαιτούσε. Για την Ειρήνη δεν είχε σημασία πως θα τελείωνε όλο εκείνο με τον καθηγητή της.
Στη Θήβα εργάστηκε προσωρινά σε ένα λογιστικό γραφείο, βοηθούσε στην συμπλήρωση φορολογικών δηλώσεων μέχρι να προκηρυχθεί κάποιος διαγωνισμός για να δώσει εξετάσεις. Ενώ παράλληλα οι θειάδες της ψάχνανε για γαμπρό και φώναζαν σε όλους τους τόνους: «Είναι σεμνό κορίτσι. Στο Πανεπιστήμιο δεν γνώριζε άλλο δρόμο, παρά μόνο σπίτι - σχολείο – σπίτι». Στο λογιστικό γραφείο δούλευε οχτάωρο ή ακόμα και υπερωρίες, έξι ημέρες την εβδομάδα, αλλά χωρίς ασφάλιση και από μισθό ελάχιστα. Όταν κάποια στιγμή είπε στον εργοδότη της για κανονικό μισθό και ασφάλιση, τότε εκείνος της είπε: «Όταν τελειώσει το διάστημα της εκπαίδευσης και προσαρμογής σου στο περιβάλλον εργασίας!». Η Ειρήνη εργαζόταν 9 μήνες στο γραφείο και όμως εκείνος δεν κατέβαλε κανονικά τον μισθό της και τις ασφαλιστικές εισφορές της. Έτσι, δεν συνέχισε να δουλεύει με την αόρατη υπόσχεση του εργοδότη της: «Κάνε υπομονή, θα δούμε αργότερα το οικονομικό σου θέμα». Τον κατήγγειλε στην επιθεώρηση εργασίας με αποτέλεσμα να έρθει αντιμέτωπη με το δρόμο της ανεργίας. 



Θωμάς Μιχαλιέρης


ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΔΙΑΝΟΜΗ Απο το Παρ' Ημίν

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΔΙΑΝΟΜΗ Απο το Παρ' Ημίν

ΝΕΑ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΣΗΓΟΡΙΑ Από σήμερα θα βρείτε τα βιβλία των εκδόσεων ΙΣΗΓΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ - ΔΙΑΝΟΜΕΣ Παρ' Ημίν


Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

ΨΙΘΥΡΟΙ ΓΙΑ ΝΕΚΡΟΥΣ ΕΡΩΤΕΣ -ΓΛΑΥΚΩΨ

ΨΙΘΥΡΟΙ ΓΙΑ ΝΕΚΡΟΥΣ ΕΡΩΤΕΣ


Μερικές νύχτες έχουν παράξενο τέλος, θα θέ-
λατε να σας περιγράφω μία; Πιστεύω πως θα θέ-
λατε, αλλά δεν είμαι σε θέση ν’ αποφασίσω αν
θέλω εγώ. θα με ρωτήσετε γιατί αρχίζω κάτι που
δεν ξέρω αν θέλω να τελειώσω. Πάλι δεν έχω απά-
ντηση.
Ένα ωραίο ποίημα έμμετρου λόγου, ίσως βοη-
θούσε την σκέψη μου,
αλλά δεν βρήκα ούτε δύο γραμμές σε κάποιο
ράφι, τα περισσότερα αυτά ξύλινα κατασκευά-
σματα ήταν σάπια, σαρακοφαγωμένα. Ο χώρος
γύρω είχε μυρουδιά σαπίλας και αποσύνθεσης.
Μπορώ μα τον προτείνω σε όσους θέλουν να κά-
νουν εμετό.
Έξω έβλεπα τα φύλλα να στριφογυρίζουν, παρ-
μένα από τον άνεμο, χωρίς προορισμό, προς
άγνωστα τοπία. Μερικές φορές τέτοιοι λόγοι μας
δωρίζουν εικόνες φανταστικών τοπίων, παραμυ-
θένιων.

Προς έναν άνθρωπο -ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ- Γλαύκωψ

Για πολλά χρόνια ετοιμάζω αυτό το βιβλίο το οποίο κοντεύει να τελειώσει το οποίο έχει Ερωτικούς Μονολογους. Αυτό το βιβλίο είναι έτοιμο και ετοιμάζουμε και την παράσταση.
ΤΙΤΛΟΣ βιβλίου

Σκέψεις σαν άγρια θάλασσα
σαν άνεμοι γύρω από τις σφαίρες του παντός

Προς έναν άνθρωπο -ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ-

Τα όνειρα αρχίζουν να μοιάζουν με
τα λεπτοφτιαγμένα χέρια που αγγίζουν
το αόρατο αργυρό φως της νύκτας.
Είδα τα χρώματα ν’ αγγίζουν τα δρο-
σερά νερά, καθώς τα δάκρυα έμειναν
στους οφθαλμούς παγωμένα, μιάς και
ο έρωτας χάθηκε από την ψυχή σε κά-
ποια έρημο και δεν βρήκε ξανά τον
δρόμο -τον έχασα- χαθήκαμε.
Σαν όνειρο που έμοιαζε η γεύση
των χειλιών, μα όταν είδα την αληθι-
νή όψη η εικόνα χάθηκε και είδα πέ-
τρες κοφτερές που οδηγούσαν σε βά-
θος -απύθμενο-, σκέψεις και πλέγμα-
τα με αγκάθια από παλιές εποχές μαύ-
ρες και δύσοσμες σαν πίσσα κολλητι-
κή. Αν μπορείς ψάξε να δείς σε ποιό ση-
μείο έκρυψα καλά το ανθύπτερο των
λεπτών σκέψεων που φτιάχνει τον έρω-
τα λευκό και δροσερό σαν κυκλικές
κινήσεις αέρα κάτω από τις φτερούγες
των βαθυγάλανων αετών.
Αέρινος είμαι και χάνομαι καθώς
ωραίες όψεις γυναικών περνούν και
χάνονται σ’ έναν ορίζοντα άγνωστο
αλλά και ίδιο με άλλες φορές.
Αν θυμάμαι καλά και ο ένας μονα-
δικός έρωτας πέρασε και χάθηκε, τότε
που δεν θυμάμαι.
Ας είναι, έτσι κρατώ την ομορφιά του
αέρα και δροσίζω τα θερμά χέρια των
εραστών, για να θέλουν να αγγιχτούν
ξανά ως το τέλος πολλές φορές και να
ποτίζουν έτσι με δάκρυα χαράς τα νέα
άνθη στις απάτητες κοιλάδες των ονεί-
ρων τους.
Έτσι θυμάμαι και εσένα σαν όνειρο
και σου ζητώ χάδια στις άκρες των νε-
ρών.
Έτσι σε ζητώ σαν αέρας πάνω από
κρυστάλλινα νερά πηγών.
Και ταξιδεύω στις σκέψεις σαν έρω-
τας μοναδικός που δεν χάνει τον δρόμο
του στο χάος των σκέψεων, στον απέ-
ραντο δημιουργικό κόσμο των άστρων
και στην σπινθιρίζουσα σκόνη των νε-
κρών υλών που θα γίνουν αιώνιοι ανα-
ζητητές της ζωής.
Στους αιώνιους αναζητητές των μύ-
θων, όπου τα αόρατα πλάσματα θερ-
μαίνονται με σπινθήρες από τα δάκτυ-
λα των εραστών.
Τα ωραία και αληθινά είναι μοναδι-
κά και αυθύπαρκτα.
Ίσως όλοι δεν τα βρίσκουν επει-
δή ήδη υπάρχουν αλλά δεν μπορούν
να τα δούν -Όπως ο ήχος της Γης που
υπάρχει συνεχώς και γι’ αυτό δεν τον
ακούμε.
Και ψιλαφίζω το σκοτάδι προσπαθώ-
ντας να αγγίξω το δικό μου αυθύπαρ-
κτο για να αρχίσω πάλι να ονειρεύομαι
και να με αφήσει να πέσω στα ανθισμέ-
να λιβάδια η μοναξιά.
Καθώς θα πέφτω θα χαρίζω εις τις
αργυρές κόρες του ήλιου μύρα για τον
χειμώνα για να μην χάνονται οι αληθι-
νές λέξεις του έρωτα και να καθαρίζο-
νται τα λερωμένα χέρια.
Λύσε ‘μέ μέσα στο σώμα σου σαν πε-
ταλούδα - ανθύπτερο - ανέγγιχτο που
ζητά να δροσιστεί με γύρη.
Για ποιό λόγο θορυβούν όλοι αυτοί
οι μουσικοί και οι ποιητές και χάνω
την φωνή σου.
(Και όλοι θα μιλήσουν, λέγοντας
την γνώμη τους για τις απέραντες αυ-
τές περιγραφές. Θα πλέξουν λέξεις και
θα αφήσουν την γνώμη τους, αυτήν
που θα προσπαθεί να ακυρώσει το μέ-
γεθος και το βάθος των αισθητών και
των αισθήσεων, διότι δεν μπορούν να
φθάσουν τέτοιους έρωτες και τους κρε-
μούν ψηλά για να μην τους φτάνουν
και απλώς γεύονται αμαγείρευτο κρέ-
ας άλλων -γίνονται ανθρωποφάγοι και
νομίζουν ότι αυτός είναι ο έρωτας που
περιγράφουν οι ποιητές και οι φιλόσο-
φοι καθ’ ένας με τον τρόπο του. Και
εγώ μπορεί να μην τον βρήκα αλλά τον
βλέπω και τον αισθάνομαι και τον φρο-
ντίζω για να μπορέσω να το αφήσω σαν
αγριεμένη θάλασσα, σαν ανέμους να
ηδονίσουν κάθε τι που θα ερωτευθώ.)

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ από το 1985 -ΣΕΙΡΑ ΝΕΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΝΟΗΤΟΝ AEI: Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ από το 1985 -ΣΕΙΡΑ ΝΕΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΝΟΗΤΟΝ AEI: Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ: ΓΛΑΥΚΩΨ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ έκδοση σε βιβλίο και ebook ΒΙBΛΙΟ ISBN 978-960-7740-49-6 e-book ISBN 978-960-...

ΓΛΑΥΚΩΨ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ
έκδοση σε βιβλίο και ebook

ΒΙBΛΙΟ ISBN 978-960-7740-49-6
e-book ISBN 978-960-7740-24-3


ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Του Θωμά Μιχαλιέρη
Ο συγγραφέας ξεγυμνώνει την αργοναυτική
εκστρατεία για να μας αποσπάσει απ’ τη δου-
λεία μιας πραγματικότητας που καθορίζει το
μέλλον και τον τρόπο σκέψης. Θέλει μέσω της
γνώσης να μας φέρει με τα αιώνια περιεχόμε-
να και από εκεί στην ελευθερία. Ζητά να ξα-
ναβρούμε τους εαυτούς μας δίχως να είμαστε
αιχμάλωτοι της καθημερινής σκοπιμότητας
και της ταραχής του παρόντος. Να διακρί-
νουμε ποιοι είμαστε και τι μπορούμε να εί-
μαστε δυνάμει της σχέσης με το υπερβατικό.
Ο συγγραφέας μας αναφέρει ότι όσοι βρίσκο-
νται μέσα στο πλοίο της Αργούς του Ιάσονα
πιστεύουν ότι η ελευθερία βρίσκεται στους
κόλπους της εξουσίας της Αργούς η οποία μέ-
νει σε αλληλουχία με το παρελθόν το οποίο
έχει μεταμορφωθεί .
Ο συγγραφέας πιστεύει ότι ο άνθρωπος μπο-
ρεί ν’ αλλάξει ελεύθερα, να <<πλάσει>> κα-
λύτερο άνθρωπο γι’ αυτό ο ίδιος γίνεται λιπο-
τάκτης της Αργούς για να μας μεταφέρει μέσα
στο δικό του πλοίο και να μας αποκαλύψει με
την ειλικρίνεια του πάθους του μέσα από την
κάθε λέξη του βιβλίου του έναν δρόμο που
οδηγεί στην διοργάνωση του ψυχισμού.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Στον τίτλο τού βιβλίου του <<Η Αργώ όπως
6
την είδε ένας ναυαγός>> θα δούμε την αφε-
τηρία για τις σχέσεις που υφίσταται ο συγ-
γραφέας ανάμεσα στην εξουσία του Ιάσο-
να και της δικής του αλήθειας. Μας λέει ότι
όσοι βρίσκονται μέσα στο πλοίο του Ιάσονα
η ύπαρξη τους επιβάλλεται για συγκεκριμέ-
νους σκοπούς. Αλλά για να μπούμε στη σκέ-
ψη του συγγραφέα πρέπει να διασχίσουμε τις
πύλες του πεπρωμένου με μια μόνιμη εσωτε-
ρική μεταβολή του καθένα από εμάς, σε συν-
θήκες ολότελα καινούργιες, στο φως της λο-
γικής αλήθειας που υπερίπταται μέσα στο
άπειρο διάστημα του πνεύματος.
Πραγματικά οι σκέψεις του συγγραφέα εί-
ναι πάνω απ’ τις έννοιες του κράτους ή του
έθνους αφού κάθε χώρα έχει μια ιδιαίτε-
ρη όψη, συνδεδεμένη με τις παραδόσεις αυ-
τής της χώρας και με τα καθήκοντα της κα-
θορισμένα από το ιστορικό παρελθόν. Σήμε-
ρα όσοι ακολουθούν τον Ιάσονα στηρίζονται
στο ιστορικό παρελθόν, χωρίς να διακρίνουν
το αληθινό από το ψεύτικο. Χαρακτηριστικά
αναγράφει: <<Η αλήθεια είναι κάτι άλλο από
όσα μάθαμε από τους προγόνους μας, διότι
και οι αλήθεια αλλάζει αναλόγως με τις ανά-
γκες κάθε εποχής>>. Και οι άνθρωποι είναι
αναγκασμένοι να επιμένουν με πείσμα στις
θέσεις τους <<Νομίζω ότι όλοι γίναμε γλοιώ-
δη πλάσματα, που ψάχνοντας το δίκαιο και
το φως των άγνωστων δυνάμεων της δημι-
7
ουργίας, για κάποιο λόγο χαθήκαμε σε ση-
μεία όπου δεν μπορούμε να δούμε την αλή-
θεια και την τελειότητα>>. Συνεπώς εξαιτίας
του ανταγωνισμού των κομμάτων που δεν σέ-
βονται την αλληλεγγύη, οδηγούν τους ανθρώ-
πους σε αυτοκαταστροφή <<Άφαντες πόλεις
κάτω από το σαπιζόμενο χώμα ετοιμάζουν τον
σκοτεινό τόπο να μοιάζει με ό,τι πλέον φωτει-
νό για να δικαιούνται να κρατήσουν τις ψυ-
χές στο σκοτάδι>>. Έτσι από την στιγμή που
δεν υπάρχει αλληλεγγύη και βλέπουν οι άν-
θρωποι ως δρόμο σωτηρίας κάθε επιχείρη-
μα που μπορεί να υπερισχύσει την αντίθετη
άποψη, η ψυχή των ανθρώπων έγινε τυφλή
και το πνεύμα κουφό <<Άραγε θα μάθουμε
επιτέλους τι είναι αυτό που ονομάζουμε φως
- απέραντη γαλήνη της ψυχής>>.
Ο συγγραφέας θέτει το εξής ερώτημα <<για-
τί ψάχνεις να ανακαλύψεις σκιές από παλιές
σου σκέψεις σκιές να τις σώσεις>>, <<Γιατί να
μην είναι αλλιώς πιο καθαρά και ίσια;>>

Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ ΟΣΟΥΣ ΜΑΣ ΤΙΜΗΣΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΣΥΝΤΟΜΑ

Από την σημερινή παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Κτενά με τον Κοροβέση και τον Αποστόλάκη - Κυριακή, 23 Μαρτίου 2014, στις 20.00 στο cafe bar "Μύλος" ΜΙΛΗΣΑΝ ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Περικλής Κοροβέσης, ο χαΐνης Δημήτρης Αποστολάκης και ο Γιώργος Κτενάς.
Την Παρουσίαση άνοιξε ο Στέφανος Γλαύκωψ. 

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ ΟΣΟΥΣ ΜΑΣ ΤΙΜΗΣΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΣΥΝΤΟΜΑ

Αλλο ένα απόσπασμα από το βιβλίο Ο ΘΕΙΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΜΑΣΤΟΡΕΥΕΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Ένα καπέλο γεμάτο χαρτοπόλεμο
Τις βροχερές μέρες πήγαινε κάτω από τις τέντες των μαγαζιών και τα μπαλκόνια των πολυκατοικιών. Προσεκτικά, για να μην πέσει πάνω του νερό. Παρέα του είχε, μόνιμα, ένα ξύλινο παπούτσι. Μπορείτε να το φανταστείτε; Ένα μαύρο καπέλο από φράγκο, γυρισμένο όμως ανάποδα, να κινείται στον χώρο μαζί με ένα ξύλινο παπούτσι. Και η αλήθεια είναι πως τα δυο τους πήγαιναν παντού. Σε όλες τις γειτονιές της Αθήνας. Μοναστηράκι, Ψυρρή, Κεραμεικό, Γκάζι, Θη40
σείο, Πλάκα, Εξάρχεια. Στον λόφο του Στρέφη. Παντού. Σήμερα, για παράδειγμα, βρέθηκαν στο Θησείο. Μεσημεράκι, μόλις είχε ζεστάνει για τα καλά ο ήλιος. Κόσμος, κίνηση, τα μαγαζιά ήταν γεμάτα. Σε μία άκρη, που ήταν μέση για όποιον μπορούσε να παρατηρήσει καλά, είχε στηθεί μία αυτοσχέδια λέσχη: ένας πάγκος, τρία τραπουλόχαρτα και, μόνιμα, τρεις άνθρωποι τριγύρω. Ο ένας από τη μέσα πλευρά, πότε να μοιράζει και πότε να μαζεύει χρήματα και άλλοι δύο από έξω, πότε να χάνουν και πότε να κερδίζουν στο ποντάρισμά τους. Το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, έμειναν να κοιτάζουν. Μαζί τους και κάποιοι περαστικοί, που χάζευαν τον «παπά». Αλλά και τρεις τσιλιαδόροι, στις γωνίες, που «έκοβαν» κίνηση. Το καπέλο σκούντηξε το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, δείχνοντας τον έναν από τους δύο που πόνταραν, δήθεν για να κερδίσουν και δήθεν για να χάσουν. Ένας άντρας γύρω στα 60, με μουστάκι και μαλλιά στο χρώμα τού παλιού κομοδίνου, κι ένα κοστούμι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τού διπλανού του. «Κολυμπούσε» εκεί μέσα ο άνθρωπος, αλλά τι να έκανε; Το μεροκάματό του ήθελε να βγάλει. Αργότερα μέσα στην ίδια μέρα, το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, τριγυρνούσαν στο Μοναστηράκι. Μπροστά τους ένας αδιάφορος νεαρός με τη φιλενάδα του, έψαχναν για παλιά μπρίκια. Κλασική περίπτωση μικροαστικού νταλκά.
Κάποια απογεύματα αργότερα η παρέα βρέθηκε στον Κεραμεικό. Ή, μήπως, ήταν Βοτανικός;
41
Ξεχάστηκαν με την κουβέντα και δεν κατάλαβαν πού ακριβώς είχαν φτάσει. Ποιος ξέρει, αλλά και τι σημασία έχει έτσι κι αλλιώς ο προορισμός σε μία βόλτα; Το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, συζητούσαν περί ανέμων και υδάτων. Ξαφνικά βρέθηκαν έξω από έναν μπερντέ. Ένα παλιό καφενείο ήταν δηλαδή, που είχε προσαρμοστεί στις ανάγκες τού θεάτρου σκιών. Στον χώρο των θεατών δεν έπεφτε καρφίτσα. Αυτό που έκανε εντύπωση στο καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, ήταν ότι στο κοινό υπήρχαν αποκλειστικά νέα και χαμογελαστά παιδιά. Με φωτεινά μάτια, κόκκινα, πράσινα και μπλε μαλλιά, μωβ φαρδιές παντελόνες, σανδάλια, αυτοσχέδιες τσάντες γεμάτες με βιβλία και προφυλακτικά. Η γενιά των γονιών τους χαρακτηρίζει αυτά τα παιδιά απολιτικά. Δεν φτάνει που δεν ντρέπονται για τα προβλήματα που φόρτωσαν στις πλάτες τους, αφού δεν αναμετρήθηκαν ποτέ τους με κανένα, δεν μπορούν από πάνω να διακρίνουν ότι η πολιτικοποίηση των παιδιών τους δεν αφορά τις καθοδηγητικές αξιώσεις κανενός κόμματος. Αλλά επιτυγχάνεται μέσα από την πολιτικοποίηση της ίδιας της ζωής. Παρακολουθώντας, για παράδειγμα, τις περιπέτειες ενός μεγάλου Έλληνα, με ανήσυχο, επαναστατικό και ανυπότακτο πνεύμα: του Καραγκιόζη. «Η πραγμάτωση του ανθρώπου», γύρισε σε μία στιγμή στο διάλειμμα της παράστασης και είπε το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, στο καπέλο, «γίνεται μέσα στην κοινωνία. Παρέα με τους άλλους ανθρώπους. Όπως συμβαίνει εδώ, τώρα, με αυτά τα νέα παιδιά. Για αυτό ο άνθρωπος, σαν πολιτικό
42
ον που είναι, έχει για καθρέφτη του τον διπλανό του. Αυτό, τουλάχιστον, γράφει ο Μαρξ στο Κεφάλαιο».
«Το έχεις διαβάσει;», αποκρίθηκε με ερώτηση το καπέλο. «Μόνο το πρώτο κεφάλαιο», ήταν η απάντηση που έλαβε.
Ένα βραδάκι του Σεπτέμβρη, ο δρόμος τούς έβγαλε στα Εξάρχεια. Δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για να αλλάξει η διάθεση και να φτιάξει το κέφι αυτή την περίοδο του χρόνου. Το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, έψαχναν ανάμεσα από τις πολυκατοικίες που υψώνονταν τριγύρω τους, να βρουν ένα κομμάτι ουρανό. Μάταιος κόπος, η αντιαισθητική δόμηση που υπάρχει στην Αθήνα δεν επιτρέπει τέτοιου είδους πολυτέλειες. Ξαφνικά, σε ένα σταυροδρόμι γεμάτο με κόσμο, είδαν πορτοκαλόχρωμο φως. Για την ακρίβεια, είδαν φωτιά. Ένας περίεργος τύπος, κοντοκουρεμένος αλλά με κοτσίδα, με πολλά σκουλαρίκια στα αυτιά, κρατούσε μία φλεγόμενη ράβδο. Και κάθε φορά που φυσούσε προς το μέρος της, η φωτιά μεγάλωνε και ανέβαινε στον ουρανό. Κανονικό θέατρο του δρόμου, με το κοινό να φωνάζει «Μπράβο Τζόνι, κάν’ το μία ακόμα φορά». Κι ο Τζόνι δεν χαλούσε χατίρι σε κανέναν. Με το χαμόγελό του, δεν άφησε κάποιον παραπονεμένο. Όταν τελείωσε έκανε μία βαθιά υπόκλιση προς το κοινό του και αποζημιώθηκε για την παράσταση με ένα δυνατό χειροκρότημα και πολλά ζεστά χαμόγελα. Φυσικά, δεν έφτανε μόνο αυτό στον Τζόνι. Αυτή η παράσταση ήταν η δουλειά του, έπρεπε να εξοι43
κονομήσει χρήματα από αυτό που έκανε. Έβγαλε από την τσέπη του λοιπόν τη σφουγγάρα και γύρισε από τραπέζι σε τραπέζι, πότε με ένα κομπλιμέντο για τα όμορφα κορίτσια και πότε με μία ευγενική παρλάτα για τα αγόρια. Τι ήταν η σφουγγάρα; Ένα παλιό σκουφάκι που είχε πάντα στην πίσω τσέπη τού παντελονιού του και γέμιζε από τους θεατές με ό,τι είχε ο καθένας ευχαρίστηση.

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ από το 1985 -ΣΕΙΡΑ ΝΕΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΝΟΗΤΟΝ AEI: ΚΥΝΙΚΕΣ ΚΩΜΩΔΙΕΣ

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ από το 1985 -ΣΕΙΡΑ ΝΕΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΝΟΗΤΟΝ AEI: ΚΥΝΙΚΕΣ ΚΩΜΩΔΙΕΣ: 5η Επανέκδοση σε βιβλίο και σε ebook Βιβλίο ISBN 978-960-7740-45-8 ebook ISBN 978-960-7740-30-4 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ Οι άνθρωποι εξελ...


ΓΛΑΥΚΩΨ - ΚΥΝΙΚΕΣ ΚΩΜΩΔΙΕΣ
5η Επανέκδοση σε βιβλίο και σε ebook
Βιβλίο ISBN 978-960-7740-45-8
ebook ISBN 978-960-7740-30-4

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

Οι άνθρωποι εξελίχθηκαν από πλιατσικολόγοι σε
καλλιεργητές. Οι πλιατσικολόγοι δεν χάθηκαν. Για
να μην χαθούν οργανώθηκαν και έγιναν αερολόγοι,
σωτήρες, αρχηγοί, δικηγόροι, δικαστές, στρατιώτες,
δημόσιοι υπάλληλοι, βουλευτές και άλλοι που δεν
είναι καλλιεργητές. Διαιώνισαν το είδος τους με το
να μαζεύουν φόρους. Οι φόροι είναι το οργανωμένο
πλιάτσικο. Μιά καλή αρχή είναι να αρχίσουν όσοι
καλλιεργούν να μην δίνουν τροφή σε όσους δεν καλ-
λιεργούν έστω λίγα μέτρα γής. Πολλοί αρχαίοι φι-
λόσοφοι έλεγαν πως ο άνθρωπος εκπολιτίζεται όταν
αρχίσει να καλλιεργεί και μαθαίνει να ανταλλάσσει
αυτά που καλλιεργεί με άλλους καλλιεργητές. Οι
χειρότεροι αυτών των πλιατσικολόγων είναι καλλιερ-
γητές που προσπαθούν χαλώντας την τροφή με χη-
μικά και άλλους τρόπους για να παράγουν περισσό-
τερα και να πάρουν περισσότερα χρήματα. Πως τελι-
κά μπορούμε να σταματήσουμε αυτό το οργανωμένο
πλιάτσικο των κρατών και των ασεβών καλλιεργητών;

......

Ήταν ένα βράδυ που έμοιαζε ότι μοίραζε περισσότε-
ρο σκοτάδι από πολλά προηγούμενα. Ο Πτάλμηχος
ανήσυχος κοιτούσε από το παράθυρο προς τ’ αστέ-
ρια προσπαθώντας να θυμηθεί κάτι μακρινό. Κάτι
που δεν μπορεί να ορίσει. Θυμάται όλες τις στιγμές
της προηγούμενη ζωής του. Τα παράξενα κείμενα
που έγραφε υπογράφοντας ως Χάδης. Έβλεπε τα χέ-
ρια του αγέραστα, σαν να μην ακολουθούν την συ-
νηθισμένη αλλοίωση όπως όλων των άλλων ανθρώ-
πων. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει σύντομα να εξαφανι-
στεί πάλι. Να αλλάξει όνομα και πρόσωπο.
Ο δρόμος έρημος. Ένας μεταλλαγμένος συνθετι-
κός υάκινθος στον κήπο του έμοιαζε φιλικός από μα-
κριά καθώς ροκάνιζε απανθρακωμένο κρέας βουλευ-
τή που κομματιάστηκε από βόμβα στο διπλανό κτί-
ριο του Κόμματος Αφρισμένων Φαρδόκωλων Ρουφιά-
νων Ουρολάγνων Ιερέων (Κ.Α.Φ.Ρ.Ο.Ι.).
Πρόσεξε πως ο ουρανός αργά γέμιζε με νέφη βαμ-
βάκινα.
<<Μα ναι! Τα νέφη αυτά μου θυμίζουν πρόσωπο
κοριτσιού>> σκέφτηκε.
Θυμάται ξανά την αγάπη που υπάρχει προς κάτι
λεπτό και βγαλμένο από το δικό του σώμα, ένα λεπτό
θηλυκό πρόσωπο, σαν από γυαλί, φτιαγμένο από νε-
φελώματα. Τον καλεί, θέλει να του αγγίξει τα μαλλιά,
να του προσφέρει την παιδική του θέρμη.
Όλα του θυμίζουν χορό τρίσιμο σαν να χορεύουν οι
αυλικοί και οι βασιλιάδες, από μακρινές εποχές της
Ευρώπης, σαν τότε που μείωναν τον πληθυσμό με
πολέμους.
Κάτι κυλά, κάτι κινείται στον χώρο