Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

ΕΡΙΝΝΥΕΣ - ΓΛΑΥΚΩΨ ΣΤΕΦΑΝΟΣ

ΕΡΙΝΝΥΕΣ - ΓΛΑΥΚΩΨ ΣΤΕΦΑΝΟΣ

ΒΙΒΛΙΟ ISBN 978-960-7740-53-3
ebook ISBN 978-960-7740-33-5


Αληκτώ -Ερινύες Α

Λαμπερό χρώμα –χρυσό-
κρέας σκόρπιο.
Φτερά διψασμένα για νέφη. Κρύωνα.
Φοβερό βράδυ –Ω Δία.
Δρεπάνια, φτυάρια σκόρπια·
θλιβερά προαισθήματα προσμένουν
–κατάρα στους περαστικούς-
αυτοφυές χρυσάφι
που ξεδιψούν οι κυψελίδες του μυαλού.
Εσύ!… Όχι!
Όψη ωχρή, ματιά βαθιά –ραβδί.
Μεγαλόπρεπο ύφος
–είχε σαλέψει ο νους,
προς το παρόν τουλάχιστον.
…και ανηφορίζοντας,
αχνάρι ανθρώπου, βλέπεις;
Κράτησε το σχοινί.
Ένα δυο γλιστρήματα
–παραμερίστηκαν βράχια πολλά.
Λόφοι βαθιά χωμένοι σε σπηλιές…
Άκουσε…
Ανάσες κολασμένων ζητούν εσένα
οι μάγοι και οι μάγισσες να κάνουν τελετή
πετούν οι γύπες χαμηλά,
προμήνυμα για εσένα –ΣΑΠΙΟ-,
με ακούς;
Αλήθεια λέω, εσέ προσμένουν,
να! Εκεί! Είναι και Αυτός μαζί
και αυτός προσμένει,
όταν μάταια τα βλέμματά τους
ψάχνουν ψηλά, βλέπεις; ακούς;
τους μελαγχολικούς ήσκιους της Γης,
αυτούς που τρελαίνονται στην σιωπή,
συντρίβονται στις ρωμαϊκές κατακόμβες…
Άκου ένα σφύριγμα·
καμία έξοδος·
μάταια ψάχνει να βρεί καθρέπτη,
τα ασημένια μάτια του να δεί.
12
…τα λεοντάρια χωρίς δόντια πιά
–σαπίλα.
Η κλειδαρότρυπα απορροφά…
Χιλιάδες σημάδια από βήματα,
κη άλλα θύματα, νέοι θύτες.
Θα σπάσουν τα δόντια από το σφίξιμο,
όταν οι φωνές αυτών που θα πέφτουν
στα βαθύτερα πυρά της Κακίας
θα βουίξουν -άσκοπα όμως.
Ο ιερεύς εκεί ψηλά,
τείνει τα χέρια προς το σκοτάδι.
Χορεύουν τα βδελύγματα παχύρρευστα
και ανοίγουν οι πύλες της διαστρέβλωσης.
Οι γύπες θα ορμήξουν,
ύαινες θα ουρλιάξουν τραγούδια θανάτου.
Δόντια, ράμφη ξεσχίζουν –τα νιώθω.
Διάδρομος. Κυανοκίτρινο φως ομίχλης.
Κίτρινα παράθυρα σε τοίχους βλέπουν.
Πύλη ανοίγει νωχελικά, ανέγγιχτη…
Άρπες πλαγίαυλοι, κύμβαλα.
Σκοτάδι χύνεται, κάτι με αγγίζει
–καυτό- με αγκαλιάζει επίμονο.
Αργά… …
Με κυκλώνουν! –σκοτάδι!
Δύο κόκκινα μάτια, μόνο δυό.
Στόμα με χιλιάδες δόντια, αχνιστό.
Από το ανοικτό παράθυρο άκου…
Φύλλα κλαψουρίζουν.
Άκου κελάηδισμα μυρμηγκιών.
Τα πλάσματα της διεστραμμένης φαντασίας οργιάζουν.
Όλη η ένταση της φυγής
χάνεται μαζί με τα ουρλιακτά της άπληστης αιμοβορίας.
Τα χέρια μάτωσαν΄ όλες οι σκέψεις δεν μιλούν.
Όλα θρυμματίζονται.
Η σιωπή! Όλη αυτή η Σι-Ωπή!
τεντώνει τις αισθήσεις -Το σπήλαιο στροβιλίζεται.
Τα νύχια θρυμμάτισαν τα υφάσματα.
Αυτά τα βρόμικα υφαντά
που έδωσε η φαντασία σας.
Το δωμάτιο μου κατακόκκινο,
13
σαν να το έβαψαν με αίμα τα όνειρά μου.
Όλες οι καλόβουλες σκέψεις
δεν θα μπορούσαν τώρα να λυτρώσουν το μυαλό·
οι παρουσίες αισθητές, λυσσασμένες!
Κινήσεις αργές κλείνουν την σκέψη. Θέλω να φύγω.
Κοιτώ πίσω…
Τείχος· αποκλεισμός!
Τα μόρια του αέρα επιτίθενται, με σκοτώνουν.
Γιατί εσύ; θρέφω…
Θρέφω αγάπη΄ ρευστοποιούμαι.
Δεν αναπνέω…
Χορός, ο τελευταίος χορός
για την βασίλισσα ταραντούλα,
καθώς θα χάνομαι στο γεμάτο αράχνες
σπήλαιο της φωτιάς.
(Μην μιλήσεις τώρα για τους χαμένους έρωτες.
Θα χαθούν και αυτοί εκεί,
στην σκοτεινιά όπου θα χαθούν όλοι…
μα είναι ζωντανοί! Μπήγουν τα νύχια,
θέλουν να τραφούν από εσένα).
Μην μιλάς τώρα.
Βοή
Τεντώνομαι σαν γάτα.
Νιώθω κάτι να με πνίγει. Γιατί;
Υπερένταση. Βαδίζω προς τίποτε…
Σταματώ. Κοιτώ πίσω…
Παραισθήσεις!
Εννοιώθω ότι πρέπει να μάθω. Να μάθω τι;
Η μόνη ιδέα που υπάρχει στο μυαλό είναι ένας αριθμός, εί-
ναι μία αρμονία.