Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

ΨΙΘΥΡΟΙ ΓΙΑ ΝΕΚΡΟΥΣ ΕΡΩΤΕΣ -ΓΛΑΥΚΩΨ

ΨΙΘΥΡΟΙ ΓΙΑ ΝΕΚΡΟΥΣ ΕΡΩΤΕΣ


Μερικές νύχτες έχουν παράξενο τέλος, θα θέ-
λατε να σας περιγράφω μία; Πιστεύω πως θα θέ-
λατε, αλλά δεν είμαι σε θέση ν’ αποφασίσω αν
θέλω εγώ. θα με ρωτήσετε γιατί αρχίζω κάτι που
δεν ξέρω αν θέλω να τελειώσω. Πάλι δεν έχω απά-
ντηση.
Ένα ωραίο ποίημα έμμετρου λόγου, ίσως βοη-
θούσε την σκέψη μου,
αλλά δεν βρήκα ούτε δύο γραμμές σε κάποιο
ράφι, τα περισσότερα αυτά ξύλινα κατασκευά-
σματα ήταν σάπια, σαρακοφαγωμένα. Ο χώρος
γύρω είχε μυρουδιά σαπίλας και αποσύνθεσης.
Μπορώ μα τον προτείνω σε όσους θέλουν να κά-
νουν εμετό.
Έξω έβλεπα τα φύλλα να στριφογυρίζουν, παρ-
μένα από τον άνεμο, χωρίς προορισμό, προς
άγνωστα τοπία. Μερικές φορές τέτοιοι λόγοι μας
δωρίζουν εικόνες φανταστικών τοπίων, παραμυ-
θένιων.

Προς έναν άνθρωπο -ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ- Γλαύκωψ

Για πολλά χρόνια ετοιμάζω αυτό το βιβλίο το οποίο κοντεύει να τελειώσει το οποίο έχει Ερωτικούς Μονολογους. Αυτό το βιβλίο είναι έτοιμο και ετοιμάζουμε και την παράσταση.
ΤΙΤΛΟΣ βιβλίου

Σκέψεις σαν άγρια θάλασσα
σαν άνεμοι γύρω από τις σφαίρες του παντός

Προς έναν άνθρωπο -ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ-

Τα όνειρα αρχίζουν να μοιάζουν με
τα λεπτοφτιαγμένα χέρια που αγγίζουν
το αόρατο αργυρό φως της νύκτας.
Είδα τα χρώματα ν’ αγγίζουν τα δρο-
σερά νερά, καθώς τα δάκρυα έμειναν
στους οφθαλμούς παγωμένα, μιάς και
ο έρωτας χάθηκε από την ψυχή σε κά-
ποια έρημο και δεν βρήκε ξανά τον
δρόμο -τον έχασα- χαθήκαμε.
Σαν όνειρο που έμοιαζε η γεύση
των χειλιών, μα όταν είδα την αληθι-
νή όψη η εικόνα χάθηκε και είδα πέ-
τρες κοφτερές που οδηγούσαν σε βά-
θος -απύθμενο-, σκέψεις και πλέγμα-
τα με αγκάθια από παλιές εποχές μαύ-
ρες και δύσοσμες σαν πίσσα κολλητι-
κή. Αν μπορείς ψάξε να δείς σε ποιό ση-
μείο έκρυψα καλά το ανθύπτερο των
λεπτών σκέψεων που φτιάχνει τον έρω-
τα λευκό και δροσερό σαν κυκλικές
κινήσεις αέρα κάτω από τις φτερούγες
των βαθυγάλανων αετών.
Αέρινος είμαι και χάνομαι καθώς
ωραίες όψεις γυναικών περνούν και
χάνονται σ’ έναν ορίζοντα άγνωστο
αλλά και ίδιο με άλλες φορές.
Αν θυμάμαι καλά και ο ένας μονα-
δικός έρωτας πέρασε και χάθηκε, τότε
που δεν θυμάμαι.
Ας είναι, έτσι κρατώ την ομορφιά του
αέρα και δροσίζω τα θερμά χέρια των
εραστών, για να θέλουν να αγγιχτούν
ξανά ως το τέλος πολλές φορές και να
ποτίζουν έτσι με δάκρυα χαράς τα νέα
άνθη στις απάτητες κοιλάδες των ονεί-
ρων τους.
Έτσι θυμάμαι και εσένα σαν όνειρο
και σου ζητώ χάδια στις άκρες των νε-
ρών.
Έτσι σε ζητώ σαν αέρας πάνω από
κρυστάλλινα νερά πηγών.
Και ταξιδεύω στις σκέψεις σαν έρω-
τας μοναδικός που δεν χάνει τον δρόμο
του στο χάος των σκέψεων, στον απέ-
ραντο δημιουργικό κόσμο των άστρων
και στην σπινθιρίζουσα σκόνη των νε-
κρών υλών που θα γίνουν αιώνιοι ανα-
ζητητές της ζωής.
Στους αιώνιους αναζητητές των μύ-
θων, όπου τα αόρατα πλάσματα θερ-
μαίνονται με σπινθήρες από τα δάκτυ-
λα των εραστών.
Τα ωραία και αληθινά είναι μοναδι-
κά και αυθύπαρκτα.
Ίσως όλοι δεν τα βρίσκουν επει-
δή ήδη υπάρχουν αλλά δεν μπορούν
να τα δούν -Όπως ο ήχος της Γης που
υπάρχει συνεχώς και γι’ αυτό δεν τον
ακούμε.
Και ψιλαφίζω το σκοτάδι προσπαθώ-
ντας να αγγίξω το δικό μου αυθύπαρ-
κτο για να αρχίσω πάλι να ονειρεύομαι
και να με αφήσει να πέσω στα ανθισμέ-
να λιβάδια η μοναξιά.
Καθώς θα πέφτω θα χαρίζω εις τις
αργυρές κόρες του ήλιου μύρα για τον
χειμώνα για να μην χάνονται οι αληθι-
νές λέξεις του έρωτα και να καθαρίζο-
νται τα λερωμένα χέρια.
Λύσε ‘μέ μέσα στο σώμα σου σαν πε-
ταλούδα - ανθύπτερο - ανέγγιχτο που
ζητά να δροσιστεί με γύρη.
Για ποιό λόγο θορυβούν όλοι αυτοί
οι μουσικοί και οι ποιητές και χάνω
την φωνή σου.
(Και όλοι θα μιλήσουν, λέγοντας
την γνώμη τους για τις απέραντες αυ-
τές περιγραφές. Θα πλέξουν λέξεις και
θα αφήσουν την γνώμη τους, αυτήν
που θα προσπαθεί να ακυρώσει το μέ-
γεθος και το βάθος των αισθητών και
των αισθήσεων, διότι δεν μπορούν να
φθάσουν τέτοιους έρωτες και τους κρε-
μούν ψηλά για να μην τους φτάνουν
και απλώς γεύονται αμαγείρευτο κρέ-
ας άλλων -γίνονται ανθρωποφάγοι και
νομίζουν ότι αυτός είναι ο έρωτας που
περιγράφουν οι ποιητές και οι φιλόσο-
φοι καθ’ ένας με τον τρόπο του. Και
εγώ μπορεί να μην τον βρήκα αλλά τον
βλέπω και τον αισθάνομαι και τον φρο-
ντίζω για να μπορέσω να το αφήσω σαν
αγριεμένη θάλασσα, σαν ανέμους να
ηδονίσουν κάθε τι που θα ερωτευθώ.)

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ από το 1985 -ΣΕΙΡΑ ΝΕΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΝΟΗΤΟΝ AEI: Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ

ΙΣΗΓΟΡΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ από το 1985 -ΣΕΙΡΑ ΝΕΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΝΟΗΤΟΝ AEI: Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ: ΓΛΑΥΚΩΨ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ έκδοση σε βιβλίο και ebook ΒΙBΛΙΟ ISBN 978-960-7740-49-6 e-book ISBN 978-960-...

ΓΛΑΥΚΩΨ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Η ΑΡΓΩ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΕΝΑΣ ΝΑΥΑΓΟΣ
έκδοση σε βιβλίο και ebook

ΒΙBΛΙΟ ISBN 978-960-7740-49-6
e-book ISBN 978-960-7740-24-3


ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Του Θωμά Μιχαλιέρη
Ο συγγραφέας ξεγυμνώνει την αργοναυτική
εκστρατεία για να μας αποσπάσει απ’ τη δου-
λεία μιας πραγματικότητας που καθορίζει το
μέλλον και τον τρόπο σκέψης. Θέλει μέσω της
γνώσης να μας φέρει με τα αιώνια περιεχόμε-
να και από εκεί στην ελευθερία. Ζητά να ξα-
ναβρούμε τους εαυτούς μας δίχως να είμαστε
αιχμάλωτοι της καθημερινής σκοπιμότητας
και της ταραχής του παρόντος. Να διακρί-
νουμε ποιοι είμαστε και τι μπορούμε να εί-
μαστε δυνάμει της σχέσης με το υπερβατικό.
Ο συγγραφέας μας αναφέρει ότι όσοι βρίσκο-
νται μέσα στο πλοίο της Αργούς του Ιάσονα
πιστεύουν ότι η ελευθερία βρίσκεται στους
κόλπους της εξουσίας της Αργούς η οποία μέ-
νει σε αλληλουχία με το παρελθόν το οποίο
έχει μεταμορφωθεί .
Ο συγγραφέας πιστεύει ότι ο άνθρωπος μπο-
ρεί ν’ αλλάξει ελεύθερα, να <<πλάσει>> κα-
λύτερο άνθρωπο γι’ αυτό ο ίδιος γίνεται λιπο-
τάκτης της Αργούς για να μας μεταφέρει μέσα
στο δικό του πλοίο και να μας αποκαλύψει με
την ειλικρίνεια του πάθους του μέσα από την
κάθε λέξη του βιβλίου του έναν δρόμο που
οδηγεί στην διοργάνωση του ψυχισμού.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Στον τίτλο τού βιβλίου του <<Η Αργώ όπως
6
την είδε ένας ναυαγός>> θα δούμε την αφε-
τηρία για τις σχέσεις που υφίσταται ο συγ-
γραφέας ανάμεσα στην εξουσία του Ιάσο-
να και της δικής του αλήθειας. Μας λέει ότι
όσοι βρίσκονται μέσα στο πλοίο του Ιάσονα
η ύπαρξη τους επιβάλλεται για συγκεκριμέ-
νους σκοπούς. Αλλά για να μπούμε στη σκέ-
ψη του συγγραφέα πρέπει να διασχίσουμε τις
πύλες του πεπρωμένου με μια μόνιμη εσωτε-
ρική μεταβολή του καθένα από εμάς, σε συν-
θήκες ολότελα καινούργιες, στο φως της λο-
γικής αλήθειας που υπερίπταται μέσα στο
άπειρο διάστημα του πνεύματος.
Πραγματικά οι σκέψεις του συγγραφέα εί-
ναι πάνω απ’ τις έννοιες του κράτους ή του
έθνους αφού κάθε χώρα έχει μια ιδιαίτε-
ρη όψη, συνδεδεμένη με τις παραδόσεις αυ-
τής της χώρας και με τα καθήκοντα της κα-
θορισμένα από το ιστορικό παρελθόν. Σήμε-
ρα όσοι ακολουθούν τον Ιάσονα στηρίζονται
στο ιστορικό παρελθόν, χωρίς να διακρίνουν
το αληθινό από το ψεύτικο. Χαρακτηριστικά
αναγράφει: <<Η αλήθεια είναι κάτι άλλο από
όσα μάθαμε από τους προγόνους μας, διότι
και οι αλήθεια αλλάζει αναλόγως με τις ανά-
γκες κάθε εποχής>>. Και οι άνθρωποι είναι
αναγκασμένοι να επιμένουν με πείσμα στις
θέσεις τους <<Νομίζω ότι όλοι γίναμε γλοιώ-
δη πλάσματα, που ψάχνοντας το δίκαιο και
το φως των άγνωστων δυνάμεων της δημι-
7
ουργίας, για κάποιο λόγο χαθήκαμε σε ση-
μεία όπου δεν μπορούμε να δούμε την αλή-
θεια και την τελειότητα>>. Συνεπώς εξαιτίας
του ανταγωνισμού των κομμάτων που δεν σέ-
βονται την αλληλεγγύη, οδηγούν τους ανθρώ-
πους σε αυτοκαταστροφή <<Άφαντες πόλεις
κάτω από το σαπιζόμενο χώμα ετοιμάζουν τον
σκοτεινό τόπο να μοιάζει με ό,τι πλέον φωτει-
νό για να δικαιούνται να κρατήσουν τις ψυ-
χές στο σκοτάδι>>. Έτσι από την στιγμή που
δεν υπάρχει αλληλεγγύη και βλέπουν οι άν-
θρωποι ως δρόμο σωτηρίας κάθε επιχείρη-
μα που μπορεί να υπερισχύσει την αντίθετη
άποψη, η ψυχή των ανθρώπων έγινε τυφλή
και το πνεύμα κουφό <<Άραγε θα μάθουμε
επιτέλους τι είναι αυτό που ονομάζουμε φως
- απέραντη γαλήνη της ψυχής>>.
Ο συγγραφέας θέτει το εξής ερώτημα <<για-
τί ψάχνεις να ανακαλύψεις σκιές από παλιές
σου σκέψεις σκιές να τις σώσεις>>, <<Γιατί να
μην είναι αλλιώς πιο καθαρά και ίσια;>>

Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ ΟΣΟΥΣ ΜΑΣ ΤΙΜΗΣΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΣΥΝΤΟΜΑ

Από την σημερινή παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Κτενά με τον Κοροβέση και τον Αποστόλάκη - Κυριακή, 23 Μαρτίου 2014, στις 20.00 στο cafe bar "Μύλος" ΜΙΛΗΣΑΝ ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Περικλής Κοροβέσης, ο χαΐνης Δημήτρης Αποστολάκης και ο Γιώργος Κτενάς.
Την Παρουσίαση άνοιξε ο Στέφανος Γλαύκωψ. 

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ ΟΣΟΥΣ ΜΑΣ ΤΙΜΗΣΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΣΥΝΤΟΜΑ

Αλλο ένα απόσπασμα από το βιβλίο Ο ΘΕΙΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΜΑΣΤΟΡΕΥΕΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Ένα καπέλο γεμάτο χαρτοπόλεμο
Τις βροχερές μέρες πήγαινε κάτω από τις τέντες των μαγαζιών και τα μπαλκόνια των πολυκατοικιών. Προσεκτικά, για να μην πέσει πάνω του νερό. Παρέα του είχε, μόνιμα, ένα ξύλινο παπούτσι. Μπορείτε να το φανταστείτε; Ένα μαύρο καπέλο από φράγκο, γυρισμένο όμως ανάποδα, να κινείται στον χώρο μαζί με ένα ξύλινο παπούτσι. Και η αλήθεια είναι πως τα δυο τους πήγαιναν παντού. Σε όλες τις γειτονιές της Αθήνας. Μοναστηράκι, Ψυρρή, Κεραμεικό, Γκάζι, Θη40
σείο, Πλάκα, Εξάρχεια. Στον λόφο του Στρέφη. Παντού. Σήμερα, για παράδειγμα, βρέθηκαν στο Θησείο. Μεσημεράκι, μόλις είχε ζεστάνει για τα καλά ο ήλιος. Κόσμος, κίνηση, τα μαγαζιά ήταν γεμάτα. Σε μία άκρη, που ήταν μέση για όποιον μπορούσε να παρατηρήσει καλά, είχε στηθεί μία αυτοσχέδια λέσχη: ένας πάγκος, τρία τραπουλόχαρτα και, μόνιμα, τρεις άνθρωποι τριγύρω. Ο ένας από τη μέσα πλευρά, πότε να μοιράζει και πότε να μαζεύει χρήματα και άλλοι δύο από έξω, πότε να χάνουν και πότε να κερδίζουν στο ποντάρισμά τους. Το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, έμειναν να κοιτάζουν. Μαζί τους και κάποιοι περαστικοί, που χάζευαν τον «παπά». Αλλά και τρεις τσιλιαδόροι, στις γωνίες, που «έκοβαν» κίνηση. Το καπέλο σκούντηξε το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, δείχνοντας τον έναν από τους δύο που πόνταραν, δήθεν για να κερδίσουν και δήθεν για να χάσουν. Ένας άντρας γύρω στα 60, με μουστάκι και μαλλιά στο χρώμα τού παλιού κομοδίνου, κι ένα κοστούμι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τού διπλανού του. «Κολυμπούσε» εκεί μέσα ο άνθρωπος, αλλά τι να έκανε; Το μεροκάματό του ήθελε να βγάλει. Αργότερα μέσα στην ίδια μέρα, το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, τριγυρνούσαν στο Μοναστηράκι. Μπροστά τους ένας αδιάφορος νεαρός με τη φιλενάδα του, έψαχναν για παλιά μπρίκια. Κλασική περίπτωση μικροαστικού νταλκά.
Κάποια απογεύματα αργότερα η παρέα βρέθηκε στον Κεραμεικό. Ή, μήπως, ήταν Βοτανικός;
41
Ξεχάστηκαν με την κουβέντα και δεν κατάλαβαν πού ακριβώς είχαν φτάσει. Ποιος ξέρει, αλλά και τι σημασία έχει έτσι κι αλλιώς ο προορισμός σε μία βόλτα; Το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, συζητούσαν περί ανέμων και υδάτων. Ξαφνικά βρέθηκαν έξω από έναν μπερντέ. Ένα παλιό καφενείο ήταν δηλαδή, που είχε προσαρμοστεί στις ανάγκες τού θεάτρου σκιών. Στον χώρο των θεατών δεν έπεφτε καρφίτσα. Αυτό που έκανε εντύπωση στο καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, ήταν ότι στο κοινό υπήρχαν αποκλειστικά νέα και χαμογελαστά παιδιά. Με φωτεινά μάτια, κόκκινα, πράσινα και μπλε μαλλιά, μωβ φαρδιές παντελόνες, σανδάλια, αυτοσχέδιες τσάντες γεμάτες με βιβλία και προφυλακτικά. Η γενιά των γονιών τους χαρακτηρίζει αυτά τα παιδιά απολιτικά. Δεν φτάνει που δεν ντρέπονται για τα προβλήματα που φόρτωσαν στις πλάτες τους, αφού δεν αναμετρήθηκαν ποτέ τους με κανένα, δεν μπορούν από πάνω να διακρίνουν ότι η πολιτικοποίηση των παιδιών τους δεν αφορά τις καθοδηγητικές αξιώσεις κανενός κόμματος. Αλλά επιτυγχάνεται μέσα από την πολιτικοποίηση της ίδιας της ζωής. Παρακολουθώντας, για παράδειγμα, τις περιπέτειες ενός μεγάλου Έλληνα, με ανήσυχο, επαναστατικό και ανυπότακτο πνεύμα: του Καραγκιόζη. «Η πραγμάτωση του ανθρώπου», γύρισε σε μία στιγμή στο διάλειμμα της παράστασης και είπε το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, στο καπέλο, «γίνεται μέσα στην κοινωνία. Παρέα με τους άλλους ανθρώπους. Όπως συμβαίνει εδώ, τώρα, με αυτά τα νέα παιδιά. Για αυτό ο άνθρωπος, σαν πολιτικό
42
ον που είναι, έχει για καθρέφτη του τον διπλανό του. Αυτό, τουλάχιστον, γράφει ο Μαρξ στο Κεφάλαιο».
«Το έχεις διαβάσει;», αποκρίθηκε με ερώτηση το καπέλο. «Μόνο το πρώτο κεφάλαιο», ήταν η απάντηση που έλαβε.
Ένα βραδάκι του Σεπτέμβρη, ο δρόμος τούς έβγαλε στα Εξάρχεια. Δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για να αλλάξει η διάθεση και να φτιάξει το κέφι αυτή την περίοδο του χρόνου. Το καπέλο και το παπούτσι, το ξύλινο παπούτσι, έψαχναν ανάμεσα από τις πολυκατοικίες που υψώνονταν τριγύρω τους, να βρουν ένα κομμάτι ουρανό. Μάταιος κόπος, η αντιαισθητική δόμηση που υπάρχει στην Αθήνα δεν επιτρέπει τέτοιου είδους πολυτέλειες. Ξαφνικά, σε ένα σταυροδρόμι γεμάτο με κόσμο, είδαν πορτοκαλόχρωμο φως. Για την ακρίβεια, είδαν φωτιά. Ένας περίεργος τύπος, κοντοκουρεμένος αλλά με κοτσίδα, με πολλά σκουλαρίκια στα αυτιά, κρατούσε μία φλεγόμενη ράβδο. Και κάθε φορά που φυσούσε προς το μέρος της, η φωτιά μεγάλωνε και ανέβαινε στον ουρανό. Κανονικό θέατρο του δρόμου, με το κοινό να φωνάζει «Μπράβο Τζόνι, κάν’ το μία ακόμα φορά». Κι ο Τζόνι δεν χαλούσε χατίρι σε κανέναν. Με το χαμόγελό του, δεν άφησε κάποιον παραπονεμένο. Όταν τελείωσε έκανε μία βαθιά υπόκλιση προς το κοινό του και αποζημιώθηκε για την παράσταση με ένα δυνατό χειροκρότημα και πολλά ζεστά χαμόγελα. Φυσικά, δεν έφτανε μόνο αυτό στον Τζόνι. Αυτή η παράσταση ήταν η δουλειά του, έπρεπε να εξοι43
κονομήσει χρήματα από αυτό που έκανε. Έβγαλε από την τσέπη του λοιπόν τη σφουγγάρα και γύρισε από τραπέζι σε τραπέζι, πότε με ένα κομπλιμέντο για τα όμορφα κορίτσια και πότε με μία ευγενική παρλάτα για τα αγόρια. Τι ήταν η σφουγγάρα; Ένα παλιό σκουφάκι που είχε πάντα στην πίσω τσέπη τού παντελονιού του και γέμιζε από τους θεατές με ό,τι είχε ο καθένας ευχαρίστηση.